lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: άμβλωση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
abortion, abrasion, curettage, miscarriage, procured, stillbirth
άμβλωση
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
nezdar, neúspěch, potrat
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abtreibung, auskratzung, ausschabung, fehlgeburt
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
abort
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
aborto, malparto
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
avortement, curettage, fausse
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
aborto
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
abort
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
аборт, выкидыш, выкидыши
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
abort
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
аборт
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
аборт, выкідыш
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
abort
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
abortusz, elvetélés, vetélés
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
persileidimas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
aborto
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
potrat
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
аборт, викидень, невдалий, помилка
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
aborcja, poronienie, skrobanka