lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: άνηθο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dill, fennel
άνηθο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
fenykl, kopr
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dill, fenchel
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
fennikel
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
eneldo, hinojo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aneth, fenouil, visnage
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dill, fennikel
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
укроп, укропчик
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
dill
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
кроп
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
till
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tilli
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kopar
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
kapor
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кріп
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
koper, koperek

Σχετικές λέξεις

άνηθο ιδιοτητες, άνηθο καλλιεργεια, άνηθο στην καταψυξη, άνηθο english, άνηθο σπορα, άνηθο σε γλάστρα, άνηθο αγγλικα, άνηθο in italiano, καλλιεργήσω άνηθο, τζατζικι άνηθο