lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: έμβρυο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bud, embryo, germ, ovum
έμβρυο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
embryo, klíček, zárodek
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
embryo, fruchtkeim, keim, krankheitskeim, samenknospe
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
embryo, foster, kime
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
embrión, feto, germen, semilla
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
embryon, germe, virus
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
embrione, germe, nucleo
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
brodd, foster, kime, kjerne
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
зародыш, зачаток, эмбрион
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
brodd, foster, kims
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
loode
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
alkio, itu, sikiö
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
csíra, embrió
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
embrionas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
broto, feto, germe, grelo
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
embryo
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ембріон
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
embrion, zalążek, zarodek

Σχετικές λέξεις

έμβρυο 8 εβδομάδων, έμβρυο 15 εβδομάδων, έμβρυο 5 εβδομάδων, έμβρυο κολωνάκι, έμβρυο 19 εβδομάδων, έμβρυο 13 εβδομάδων, έμβρυο 11 εβδομάδων, έμβρυο 17 εβδομάδων, έμβρυο 10 εβδομάδων, έμβρυο 12 εβδομάδων