lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: έτος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
annum, twelvemonth, year
έτος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
rok, ročník
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
jahr, jahrgang
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
fødselsår, år
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
año, aľo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
an, anneau, année, hiver
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
annata, anno
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fødselsår, skuddår, år, årstall
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
год
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
år, årtal
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mot, vit
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
година
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
год
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
aasta
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vuosi
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
godina
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
esztendő, év
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
metai
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ano
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
an
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
leto
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гартувати, загартовувати, загартувати, літа, привчати, привчити, рік, сезон
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
rok

Σχετικές λέξεις

έτος φωτός, έτος καβάφη, έτος δομήνικου θεοτοκόπουλου, έτος ελ γκρέκο, έτος σεφέρη, έτος 2013 στίχοι, έτος αλόγου, έτος ενεργού πολίτη, έτος εγίρας, έτος του αλόγου