lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αέριο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
gas, gaseous, gassy
αέριο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
plyn, plynný
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gasförmig
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
gas
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
gas, gaseoso
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
gaz, gazeux, gazier, gazogène
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gas
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gass
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
газ, газовый, марлевый
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gasformig
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
газ
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
газавы
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kaasu
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
plin
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
gáz
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
dujos
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
gás
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
plin
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
газ, газовий, пароподібний
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
gazowy

Σχετικές λέξεις

αέριο θεσσαλονίκης, αέριο θεσσαλονίκης τηλέφωνα, αέριο θεσσαλίας, αέριο αττικής, αέριο μουστάρδας, αέριο χλώριο, αέριο σχιστόλιθου, αέριο ήλιο, αέριο ή πετρέλαιο, αέριο στο αυτοκίνητο