lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άνοστος στα αγγλικά

Λέξη:
άνοστος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (13):
airsickness, bland, blandness, cloying, insipid, nauseating, nauseous, queasy, sapless, sickly, soupy, toneless, vapid
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά άνοστος, άνοστος στα αγγλικά, airsickness στα ελληνικά
άνοστος στα αγγλικά