lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανθεκτικός στα αγγλικά

Λέξη:
ανθεκτικός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (24):
contumacious, defiant, deficient, disobedient, foolproof, hardy, immune, impervious, insusceptible, leisure, obstreperous, proof, recalcitrant, refractory, reluctant, resilient, resistant, resistible, resistive, restive, stanch, stubborn, tolerant, tough
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά ανθεκτικός, ανθεκτικόσ συνώνυμο, ανθεκτικός συνώνυμα, ανθεκτικός σταφυλόκοκκος, ανθεκτικός στα αγγλικά, ανθεκτικός παρθενικός υμένας, ανθεκτικός στα αγγλικά, contumacious στα ελληνικά
ανθεκτικός στα αγγλικά