lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βασανίζω στα αγγλικά

Λέξη:
βασανίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (24):
afflict, agonize, beset, bother, exasperate, gnaw, harass, harrow, hassle, heckle, lacerate, mortify, nag, oppress, rankle, tantalize, tire, toil, torment, torture, vex, weary, worry, wrack
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά βασανίζω, βασανίζω στα αγγλικά, afflict στα ελληνικά
βασανίζω στα αγγλικά