lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εφεύρεση στα αγγλικά

Λέξη:
εφεύρεση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (11):
concoction, contraption, contrivance, creativity, fabrication, fiction, figment, improvement, invention, make-up, makeup
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά εφεύρεση, εφεύρεση φωτογραφίας, εφεύρεση του αεροπλάνου, εφεύρεση της τυπογραφίας, εφεύρεση τηλεόρασης, εφεύρεση τηλεφώνου, εφεύρεση στα αγγλικά, concoction στα ελληνικά
εφεύρεση στα αγγλικά