lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κυριαρχώ στα αγγλικά

Λέξη:
κυριαρχώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (17):
command, control, dominate, govern, obtain, outbalance, outweigh, overlook, overrule, overshadow, overweigh, predominate, preponderate, preside, prevail, reign, sway
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά κυριαρχώ, κυριαρχώ συνώνυμο, κυριαρχώ συνώνυμα, κυριαρχώ στα αγγλικά, κυριαρχώ translate, κυριαρχώ in english, κυριαρχώ στα αγγλικά, command στα ελληνικά
κυριαρχώ στα αγγλικά