lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νεότητα στα αγγλικά

Λέξη:
νεότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (9):
adolescence, juvenility, younger, youth, youthfulness, young, moodier, teen, teenage
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά νεότητα, νεότητα χωρίς νιάτα, νεότητα ορισμός, νεότητα θήρας, νεότητα ζωγράφου, νεότητα ερμιονίδας, νεότητα στα αγγλικά, adolescence στα ελληνικά
νεότητα στα αγγλικά