lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αγιοποιώ

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
canonize
αγιοποιώ
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
kanonizovat, svatořečit
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
canonizar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
canoniser
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
канонизировать
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
кананізаваць
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
canonizar
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
канонізувати
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
kanonizować