lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αιρετικός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dissenter, heretic, misbeliever
αιρετικός
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
bludař, heretik, kacíř
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ketzer
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
hereje
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
hérétique
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
eretico
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kjetter
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
еретик
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
еретик
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
ketser
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
eretnek
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розбещений, єретик
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
heretyk

Σχετικές λέξεις

αιρετικός - homo-hereti-cus, αιρετικός ετυμολογία, αιρετικός συνώνυμα, αιρετικός meaning, άρειος αιρετικός, ο αιρετικός