lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τυλίγω στα αλβανικά

Λέξη:
τυλίγω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-αλβανικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
αλβανικά τυλίγω, τυλίγω συνώνυμο, τυλίγω συνώνυμα, τυλίγω λεξικό, τυλίγω αγγλικά, τυλίγω στα αλβανικά, mbuloj στα ελληνικά
τυλίγω στα αλβανικά