lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αλλά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
albeit, but, however, notwithstanding, still, though, yet
αλλά
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
ale, avšak, ještě, leč, než, nicméně, ovšem, přece, přesto, sice, však
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
aber, allerdings, dagegen, dennoch, doch, gleichwohl, immerhin, indessen, jedoch, nichtsdestotrotz, nichtsdestoweniger, noch, sondern, trotzdem
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
alligevel, dog, endnu, endog, men, stadig
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
aunque, aún, mas, pero, sino, todavía
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cependant, encore, mais, néanmoins, pourtant, que, toutefois
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ancora, benché, come, comunque, ma, nondimeno, nonostante, però, pure, tuttavia, tuttora
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
allikevel, dog, enda, endog, ennå, likevel, men
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
все-таки, но, ну, однако, таки
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
dock, dog, emellertid, ändock, ändå
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ende, megjithatë, po
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
но
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
яшчэ
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
aga, ometi
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kuitenkin, mutta, silti, vaan, vielä
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ipak, još, međutim
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
azonban, de, hanem, hiszen, mindamellett, mégis
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
dar, tačiau
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ainda, contudo, embora, entretanto, mas, porém, sino
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
a, toda
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ж, ще
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
ależ, jednak, jednakże, lecz

Σχετικές λέξεις

αλλά τα βράδια, αλλά συνώνυμα, αλλά σύνδεσμος, αλλά φευ, αλλά τα βράδια λειβαδίτης, αλλά κόμμα, αλλά εγώ μιλώ για την άλλη αγάπη. την υπερβατική, αλλ ου άκμπαρ, αλλά γραμματικη, αλλά τα βράδια τι όμορφα που μυρίζει η γη