lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αναλύω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
analyse, analyze, dissect, evaluate, explore, parse, resolve, scrutinize, study
αναλύω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
analyzovat, pitvat, rozebrat, rozebírat, rozkládat, rozpitvat, zkoumat
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
analysieren, behandeln
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
analyser, analysere
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
analizar, disecar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
analyser, disséquer, scruter
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
analizzare
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
analyser, analysere
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
анализировать, анатомировать
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
analysera
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
eritellä, jäsennellä, jäsentää
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
analisar
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
analizować

Σχετικές λέξεις

αναλύω συνώνυμα, αναλύω και συγκρίνω αριθμούς ως το 20.000, αναλύω τους αριθμους, αναλύω στα αγγλικα, αναλύω αγγλικά