lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αντιπρόσωπος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
agent, bearer, exponent, officer, rep, representative, spokesman
αντιπρόσωπος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
představitel, reprezentant, zástupce
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
agent, makler, repräsentant, stellvertreter, vertreter
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
agent, delegeret, eksponent, ombud, ombudsmand, repræsentant, suppleant
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
agente, exponente, representante
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
représentant
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
agente, esponente, rappresentante
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
agent, eksponent, ombud, ombudsmann, representant, suppleant
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
представитель
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
agent, ombud, representant, suppleant
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
прадстаўнік
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
esindaja
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
asiamies, edusmies, edustaja
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
képviselő, ábrázoló
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
agentas, atstovas, įgaliotinis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
agente, corredor, corretor, deputado, exponente, lugar-tenente, representante
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
zástupca
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
агент, агентський, депутат, замісник, заступник, засіб, повірений, посередник, посол, правонаступник, представник, репрезентант, уповноважений, учасник, фактор
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
przedstawiciel, reprezentant

Σχετικές λέξεις

αντιπρόσωπος καλλυντικων, αντιπρόσωπος αννιτα πανια, αντιπρόσωπος avon, αντιπρόσωπος oriflame, αντιπρόσωπος garmin, αντιπρόσωπος fiat, αντιπρόσωπος yamaha, αντιπρόσωπος coca cola, αντιπρόσωπος πωλήσεων, αντιπρόσωπος honda