lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: απάθεια

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
abstractedness, apathy, detachment, impassivity, indifference, malaise, nonchalance, unconcern
απάθεια
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
apatie, chlad, chladnost, lhostejnost, malátnost, necitelnost, netečnost, nevšímavost, nezájem, oddíl, odloučení, otupělost, tupost, vlažnost, vyčlenění
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abteilung, apathie, gleichgültigkeit, teilnahmslosigkeit
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
apati, indifferens
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
apatía, frialdad, frigidez, indiferencia, indolencia
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
apathie, détachement, frigidité, froideur, impassibilité, indifférence, indifférentisme, indolence, laisser-aller, langueur, tiédeur
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
apatia, indifferenza
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
apati, indifferens
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
апатия, безразличие, безучастность, вялость, неотзывчивость, равнодушие
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
apati, dvala, indifferens
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
апатыя, раўнадушнасць
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
apaatia
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
haluttomuus
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
apátia, közömbösség, osztag
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
apatia, destacamento, frigidez, indolência, langor
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
ľahostajnosť
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
апатія, байдужість, безтурботність, зневажливість, індиферентність
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
apatia, obojętność

Σχετικές λέξεις

απάθεια συνώνυμα, απάθεια ορισμος, απάθεια συνώνυμο, απάθεια αντωνυμο, απάθεια traduzione, συναισθηματική απάθεια, πολιτική απάθεια, κατάθλιψη απάθεια