lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: απεχθής

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hideous, repulsive, unsightly
απεχθής
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
hnusný, odporný, ohavný, příšerný, šeredný
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abscheulich, garstig, scheußlich
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
fæl
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
abominable, horroroso
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
abominable, atroce, détestable, exécrable, hideux
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
abominevole
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fæl, motbydelig
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отвратительный
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
avskyvärd, fäll, oskön
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
агідны
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hirveä
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
abominável, asqueroso, horroroso, infernal, nefando, repugnante, repulsivo
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
odporný
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
безіменний, бридкий, брудний, вишикувати, вишикуватися, вошивий, відворотний, гидкий, гнилий, жахливий, загрозливий, звання, категорія, кепський, клас, класифікувати, мерзотний, нездоровий, ненависний, неохайний, непристойний, неприємний, несмачний, огидливий, огидний, оцінити, оцінювати, патологічний, пекельний, погрозливий, потворний, прогнилий, проклятий, підлий, ранг, розряд, ряд, солонуватий, ступінь, трухлий, трухлявий, хворобливий, чин, шикувати, шикуватися, шкідливий
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
szkaradny

Σχετικές λέξεις

απεχθής συνώνυμα, απεχθής λεξικο, απεχθής κλιση