lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αποθήκευση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
garner, safekeeping, storage, treasuring, upkeep
αποθήκευση
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
skladování, uchování, uskladnění
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
lagring, vedligehold
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
conservación
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
conservation, entreposage
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
lagring, vedlikehold
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
elraktározás, raktározás
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
eksploatacija, priežiūra
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
przechowywanie

Σχετικές λέξεις

αποθήκευση μητρικού γάλακτος, αποθήκευση της microsoft ως πρόσθετο pdf ή xps για τα προγράμματα του microsoft office 2007, αποθήκευση χημικών ουσιών, αποθήκευση ενέργειας, αποθήκευση επίπλων αθήνα, αποθήκευση τροφίμων, αποθήκευση χημικών, αποθήκευση video youtube, αποθήκευση επίπλων, αποθήκευση στο cloud