απονέμω αόριστος, απονέμω δικαιοσύνη, απονέμω κλίση, απονέμω αγγλικά, απονέμω συνώνυμο, απονέμω ετυμολογια, απονέμω στα αγγλικα, θα απονέμω
άσπλαχνος ικετεύω παρθένα έμβρυο αγαπημένος φοράδα συνδέω φοβισμένος όχι φορολογούμενος σπυρί κρύβω πιάνω φυλετικός απόφαση σκανδάλη εβδομάδα γενέθλια χαμογελώ διαγωνισμός