lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: απόγονος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
child, descendant, descendent, offspring, scion
απόγονος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
odnož, potomek, ratolest
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abkomme, abkömmling, ableger, nachkomme
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
ankom, efterkommer, ætling
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
descendiente
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
descendant, descendent, géniture, progression, rejeton
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
discendente, rampollo
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
avføda, avkom, avkomma, etterkommer, skudd, ætling, ætting
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отпрыск, потомок
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
avföda, avkomling, avkomma, efterkommande, ättling
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
патомак
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jälkeläinen
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
ivadék, leszármazott
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
descendente, sucessor
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
potomok
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дитина, нащадок, паросток, потомство, син
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
potomek

Σχετικές λέξεις

απόγονος συνώνυμο, απόγονος english, απόγονος ετυμολογια, απόγονος των παλαιολόγων, απόγονος λεξικό, ο απόγονοσ, η απόγονοσ