lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αργά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
freely, gradually, late, later, loosely, may, slowly, tardily, terminal
αργά
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
opožděný, pokročilý, pomalu, pozdní, pozdě, pozvolna, volně, zvolna
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dürfen, langsam, sacht, spät, später, verzögert
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
forsinket, langsomt, løst, sen, sent
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
avanzado, despacio, lentamente, libremente, tarde, tardío
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
adagio, avancé, bellement, doucement, insensiblement, lentement, lento, librement, moliéresque, posément, tard, tardif, tardivement, tout
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
adagio, lentamente, piano, tardi, tardivo, tardo
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
etterhånden, langsomt, løst, sakta, sakte, sen, sent
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
исподволь, мало-помалу, медленно, можно, поздний, понемногу
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
försenad, löst, sakta, sen, sent
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ngadalë, vonë
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
марудна, павольна, паволі, позна, позны, позні
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
aeglaselt
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hiljaa, hitaasti, myöhä, myöhään, verkalleen
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kasno
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
fokozatosan, kései, késő, késői, későn, lassacskán, lassan, lassankint, szabad
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lentamente, livremente, tarde, tardio
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
kasneje, počasi
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
pomaly
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вільно, запізнілий, навмисне, поволі, повільний, повільно, повільно-повільно, пізній
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
pomału, powoli, późno, późny, wolno

Σχετικές λέξεις

αργά πολύ αργά μέσα στη νύχτα, αργά είναι πια αργά, αργά συνώνυμα, αργά στίχοι, αργά βαδίζει ο χριστός, αργά αργά βαριά βαριά, αργά η αγάπη τρυπώνει λαβώνει σαν σπαθί, αργά είναι πια αργά στίχοι, αργά γιαννιας, αργά με τον πέτρο κωστόπουλο