lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αστράφτω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
gleam, glisten, glister, glitter
αστράφτω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
zářit
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
glänzen, schimmern
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
glans, glitre
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
brillar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
briller, chatoyer, miroiter
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
brillare, luccicare, rilucere, risplendere
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
glans, glitre
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
поблёскивать
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
glans
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shkëlqej
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
läikima
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hohtaa, kajastaa, kiilua, kuumottaa
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
brilhar
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
połyskiwać