lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ατομικότητα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
autonomy, distinction, distinctiveness, identity, individuality, personality
ατομικότητα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
individualita, osobitost, osobnost, svéráznost
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
besonderheit, eigenart, individualität, persönlichkeit
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
egenart, individualitet
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
individualidad, personalidad
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
individualité
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
egenart, individualitet
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
индивидуальность, отличие
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
egenart, individualitet
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
індывідуальнасць
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
egyéniség
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
personalidade
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
individualita
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
діяч, особа, особистість, розпізнання, різниця, тотожність, ідентичність, індивідуальність
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
indywidualność, odrębność

Σχετικές λέξεις

ατομικότητα ορισμός, ατομικότητα χημεία, ατομικότητα στοιχείων, ατομικότητα και συλλογικότητα, ατομικότητα συνώνυμο, ατομικότητα φωσφόρου, ατομικότητα και κοινωνικότητα της λογοτεχνικής ανάγνωσης, ατομικότητα συνώνυμα, ατομικότητα χημικών στοιχείων, ατομικότητα θείου