lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ατροφία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
atrophy, atrophying, blackout, decline, demise, disappearance, extinction, fading, phthisis, wane
ατροφία
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
amnézie, hynutí, zakrnění, zakrňování, zmizení, zánik
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
amnesie, atrophie, gedächtnisschwund, rückbildung, schwund, untergang
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
atrofia, desaparición
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
amnésie, atrophie, disparition, dépérissement, évanouissement
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
estinzione, scomparsa
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
атрофия, потеря
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
атрофия
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
атрафія
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
elcsökevényesedés, sorvadás
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
atrofia
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
атрофія
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
atrofia, zanik

Σχετικές λέξεις

ατροφία κόλπου, ατροφία οπτικού νεύρου, ατροφία στομάχου, ατροφία δέρματος, ατροφία εγκεφάλου, ατροφία του κόλπου, ατροφία συνώνυμο, ατροφία εγκεφάλου βικιπαιδεια, ατροφία παρεγκεφαλίδας