lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: βερνικώνω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
glaze, lacquer, polish, varnish
βερνικώνω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
glazura, lak, lesk, nátěr, poleva
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
firnis, glasur, lack, politur, schliff
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
fernis, glane, glasur, lak, lasur, politur
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
azulejos, barniz, charol, esmalte, vidriado
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
couverte, glaçure, laque, polissure, verni, vernis, émail
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lacca, smalto, vernice
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ferniss, glane, glasur, lakk, lasur, politur
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
глазурь, лак, олифа, политура
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lasur, polityr
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
глеч, лак
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
глазура, лак, паліва, палітура
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
lakk
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lakka
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
fénymáz, glazúr, lakk, politúr, zománc
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
lakas, politūra
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
baronia, charola, esmalte, laca, verniz
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
glazúra, lak
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відполірувати, відшліфувати, глазур, лак, начистити, польський, полірувати, політура, чистити, шліфувати
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
glazura, lakier, pokost, politura, werniks