lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νόμιμος στα βουλγαρικά

Λέξη:
νόμιμος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
верен, правилен
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά νόμιμος, νόμιμος τόκος υπερημερίας 2013, νόμιμος τόκος υπερημερίας, νόμιμος τόκος, νόμιμος πληθυσμός, νόμιμος μισθός, νόμιμος στα βουλγαρικά, верен στα ελληνικά
νόμιμος στα βουλγαρικά