lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φρίκη στα βουλγαρικά

Λέξη:
φρίκη (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
зверство, ужас
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά φρίκη, φρίκη τον έκαψε και του έφαγε το πόδι μπροστά στην κάμερα, φρίκη συνώνυμα, φρίκη στο βραζιλιάνικο ποδόσφαιρο, φρίκη στην καλλιθέα τεμαχισμένα ανθρώπινα πόδια σε σκουπιδοτενεκέ, φρίκη στην καλλιθέα, φρίκη στα βουλγαρικά, зверство στα ελληνικά
φρίκη στα βουλγαρικά