lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: βόμβα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bock, bomb, bombshell, mine, nuke, sensation
βόμβα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
bomba
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bombe
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
bomb, bombe
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bomba
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bock, bombe, chope, pétard, superbombe
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
bomba, ordigno
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bomb, bombe
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бомба
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bomb, bombardera
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bombë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бомба
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
бомба
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pommi
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bomba
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
bomba
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
bomba
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bomba
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
bombă
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
bomba
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
bomba
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ананас, бомба
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
bomba

Σχετικές λέξεις

βόμβα της σερβίας στο τραπεζικό σύστημα, βόμβα ναπάλμ, βόμβα της σερβίας στο τραπεζικό σύστημα – το δντ σε κατάσταση πανικού, βόμβα χιροσίμα, βόμβα στο φυσικό, βόμβα «φεύγει ο μήτρογλου από την αγγλία για λογαριασμό της...», βόμβα από τον άρειο πάγο έκρινε αντισυνταγματικό το χαράτσι του 2011, βόμβα στο παντειο, βόμβα στο πανεπιστήμιο, βόμβα στο χαϊδάρι