lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: γέφυρα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
breast-bone, breastbone, bridge, brisket, catwalk, flyover, gangplank, gangway, gateway, pier, platform, sternum
γέφυρα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
bridž, hráz, molo, most, můstek
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anlegebrücke, bridge, brustbein, brücke, bühne, deck, steg, stegbrücke
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
bridge, bro, brygge, landgang
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
desembarcadero, malecón, pasarela, plataforma, puente
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bridge, débarcadère, estacade, jetée, passerelle, plate-forme, platelage, ponceau, pont, sternum, tablier
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
molo, piattaforma, ponte, sterno
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bridge, bro, bru, brygge, landgang
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бридж, вилочка, грудина, мост, мостик, мосток, помост
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bridge, däck
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мост, платформа
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
грудзіна, мост, памост
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
aallonmurtaja, silta
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
most
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
bridzs, dobogó, fedélzet, platform, szegycsont, terasz, állvány
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
tiltas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cataliso, estrado, plataforma, poente, ponte, tablado
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
most
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
most
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
грудина, перон, платформа, поміст
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
brydż, mostek, pomost

Σχετικές λέξεις

γέφυρα ρίου αντιρρίου, γέφυρα wheatstone, γέφυρα κάου-κάου, γέφυρα χαλκίδας, γέφυρα overtoun, γέφυρα του αδάμ, γέφυρα δοντιών, γέφυρα γοργοποτάμου, γέφυρα ανόρθωσης, γέφυρα πλάκας