lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακολουθώ στα γαλλικά

Λέξη:
ακολουθώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (19):
aller, bicher, cheminer, côtoyer, ensuivre, filer, fureter, intervenir, longer, marcher, observe, observer, pister, remonter, scruter, succéder, suivre, surveiller, épier
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά ακολουθώ, ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι, ακολουθώ την πεπατημένη, ακολουθώ συνώνυμο, ακολουθώ συνώνυμα, ακολουθώ στα αρχαία, ακολουθώ στα γαλλικά, aller στα ελληνικά
ακολουθώ στα γαλλικά