lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βοηθώ στα γαλλικά

Λέξη:
βοηθώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (10):
aider, assister, raider, seconder, secourir, appuyer, corroborer, épauler, parrainer, soutenir
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά βοηθώ, να βοηθώ, βοηθώ συνώνυμα, βοηθώ ομορριζα, βοηθώ κλίση, βοηθώ βοηθήστε, βοηθώ στα γαλλικά, aider στα ελληνικά
βοηθώ στα γαλλικά