lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κωμικός στα γαλλικά

Λέξη:
κωμικός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (24):
amusant, bizarre, bouffe, bouffon, burlesque, comique, curieux, drolatique, drôle, dérisoire, désopilant, fou, grotesque, plaisant, ridicule, risible, régalant, réjoui, réjouissant, saugrenu, singulier, étonnant, étrange, étranger
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά κωμικός, κωμικόσ μονόλογοσ, κωμικόσ διάλογοσ, κωμικός συνώνυμα, γερμανός κωμικός, γάλλος κωμικός, κωμικός στα γαλλικά, amusant στα ελληνικά
κωμικός στα γαλλικά