lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λιώνω στα γαλλικά

Λέξη:
λιώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (18):
allier, coule, diluer, disperser, dissocier, dissoudre, débaucher, dégeler, déglacer, fluidifier, fondre, fuser, licencier, liquéfier, mixtionner, noyer, propager, résoudre
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά λιώνω, λιώνω και το ξερεις, λιώνω και δεν παλιωνω, λιώνω για σένα στίχοι, λιώνω για σένα, λιώνω ή λειώνω, λιώνω στα γαλλικά, allier στα ελληνικά
λιώνω στα γαλλικά