lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χρησιμοποιώ στα γαλλικά

Λέξη:
χρησιμοποιώ (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (23):
administrer, appliquer, avantage, bénéfice, bénéficier, convenir, employer, exploitation, exploiter, gain, intérêt, jouir, jouissance, lucre, pratique, pratiquer, profit, profiter, user, usufruit, utilisation, utiliser, émolument
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά χρησιμοποιώ, χρησιμοποιώ συνώνυμα, χρησιμοποιώ στα αγγλικά, χρησιμοποιώ προστακτική, χρησιμοποιώ λεξικό, χρησιμοποιώ κλίση, χρησιμοποιώ στα γαλλικά, administrer στα ελληνικά
χρησιμοποιώ στα γαλλικά