lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εφεύρεση στα γερμανικά

Λέξη:
εφεύρεση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
erfindung, erfindungsgabe, innovation, neuerung, neuheit, erfind, fiktion, erfinden
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά εφεύρεση, εφεύρεση φωτογραφίας, εφεύρεση του αεροπλάνου, εφεύρεση της τυπογραφίας, εφεύρεση τηλεόρασης, εφεύρεση τηλεφώνου, εφεύρεση στα γερμανικά, erfindung στα ελληνικά
εφεύρεση στα γερμανικά