lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ζεσταίνω στα γερμανικά

Λέξη:
ζεσταίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
anwärmen, aufwärmen, erhitzen, erwärmen, heizen, wärmen, anfeuern
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ζεσταίνω, ζεσταίνω το πρωινο σου, ζεσταίνω ρήμα, ζεσταίνω προστακτικη, ζεσταίνω αόριστος, ζεσταίνω στα γερμανικά, anwärmen στα ελληνικά
ζεσταίνω στα γερμανικά