lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατάλυμα στα γερμανικά

Λέξη:
κατάλυμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (18):
appartement, aufenthalt, domizil, einquartieren, etagenwohnung, haus, heim, lager, logis, nachtlager, quartier, unterbringung, unterkleidung, unterkunft, wohnort, wohnsitz, wohnung, übernachtung
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά κατάλυμα, κατάλυμμα ασημακοπουλοσ, κατάλυμα συνώνυμα, κατάλυμα σημασία, κατάλυμα ορισμόσ, κατάλυμα μετάφραση, κατάλυμα στα γερμανικά, appartement στα ελληνικά
κατάλυμα στα γερμανικά