lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λογαριάζω στα γερμανικά

Λέξη:
λογαριάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
berechnen, errechnen, kalkuliere, kalkulieren, rechnen, ausgerechnet, ausrechnen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά λογαριάζω, λογαριάζω στα γερμανικά, berechnen στα ελληνικά
λογαριάζω στα γερμανικά