lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ουσιαστικό στα γερμανικά

Λέξη:
ουσιαστικό (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (2):
hauptwort, substantiv
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ουσιαστικό, ουσιαστικό του θέτω, ουσιαστικό του επιτρέπω, ουσιαστικό του δίνω, ουσιαστικό ποινικό δίκαιο, ουσιαστικό και δικονομικό ποινικό δίκαιο, ουσιαστικό στα γερμανικά, hauptwort στα ελληνικά
ουσιαστικό στα γερμανικά