lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πολλοί στα γερμανικά

Λέξη:
πολλοί (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (12):
bedeutend, bestens, hoch, höchst, manche, mehrere, ordentlich, schrecklich, sehr, viel, viele, überaus
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά πολλοί, πολλοί φτιάχνουν ένα ψέμα για να σωθούν, πολλοί πολυμαθέες νόον ουκ έχουσιν, πολλοί νεκροί για μια κηδεία, πολλοί λατρεύουνε την τάξη, πολλοί λένε ότι η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, πολλοί στα γερμανικά, bedeutend στα ελληνικά
πολλοί στα γερμανικά