lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσεκτικός στα γερμανικά

Λέξη:
προσεκτικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (13):
achtsam, aufmerksam, bedachtsam, bedächtig, behutsam, besonnen, gemessen, klug, reserviert, umsichtig, verhalten, vorsichtig, weise
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά προσεκτικός, προσεκτικόσ διαπραγματευτήσ, προσεκτικός συνώνυμο, προσεκτικός συνώνυμα, προσεκτικός στα αγγλικά, προσεκτικός στα γερμανικά, achtsam στα ελληνικά
προσεκτικός στα γερμανικά