lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τεντώνω στα γερμανικά

Λέξη:
τεντώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (5):
anspannen, einspannen, spannen, straffen, anstrengen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά τεντώνω, τεντώνω συνώνυμο, τεντώνω συνώνυμα, τεντώνω στα αγγλικα, τεντώνω στα γερμανικά, anspannen στα ελληνικά
τεντώνω στα γερμανικά