lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τροφή στα γερμανικά

Λέξη:
τροφή (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (16):
ernährung, essen, fressen, futter, instandhaltung, kost, küche, lebensmittel, nahrung, nahrungsmittel, nährstoff, pflege, proviant, speise, verpflegung, wartung
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά τροφή, τροφή συνώνυμα, τροφή σκύλων, τροφή σκύλου, τροφή περιστεριών, τροφή για τα θηρία, τροφή στα γερμανικά, ernährung στα ελληνικά
τροφή στα γερμανικά