lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: γκρίζος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ashen, ashy, cinerary, cinereous, drab, dull, gloomy, gray, grey, grey-haired, grizzly, hoar, hoary
γκρίζος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
pochmurný, popelavý, pošmourný, šedý, šeď
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
aschblond, aschgrau, grau, gräulich
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
grå, grålig
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cano, canoso, ceniciento, gris, pardo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cendreux, cendré, chenu, gris, grison
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
canuto, grigio, grigiore
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
grå
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пепельный, серость, серый
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
askblond, grå
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
папялясты, папялісты, пепельны, шэры
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
hall
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
harmaa
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
siv
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
hamuszínű, hamuszürke, szürke, ősz
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
pilka, pilkas, pilkšvas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cano, cenicamente, cinzento, gris, pardo
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
попелястий, ясеновий
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
popielaty, siwy, szarość, szary

Σχετικές λέξεις

γκρίζος λύκος, γκρίζος λύκος η απόδραση του αδόλφου χίτλερ, γκρίζος γάτος, γκρίζος αφρικανός, γκρίζος γαλαζίας, γκρίζοσ δούλοσ, γκρίζος καρχαρίας, γκρίζος γερμανικός ποιμενικός, γκρίζος παπαγάλος, γκρίζος ουρανός