lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: γκρεμός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
abyss, bay, bluff, chasm, cliff, crag, gulf, precipice, scarp
γκρεμός
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
hlubina, peklo, propast, strž, útes
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abhang, absturz, durchfallen, kliff, klippe, verschwinden, wand
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
afgrund, forgå, klint, klippe, kløft, sluk, stup
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
abismo, acantilado, derrumbadero, despeñadero, escarpa, precipicio, salto, sima
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
abysse, abîme, blackbouler, disparaître, escarpement, falaise, gouffre, précipice, raffoler, échouer
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
abisso, baratro, gorgo, precipizio, scarpata, scogliera
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
avgrunn, forgå, forsvinne, klippe, kløft, revne, sluk, stup, svelg
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
обрыв, пропасть, утес, утёс
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
avgrund, bråddjup, klippte, klyfta, stup, svalg
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бездна, скала
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
järsak, kalju
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
juopa, jyrkänne, kuilu, rotko
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bezdan, ponor
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
elveszni, földomlás, szakadék, szikla, sziklafal, sziklahasadék, szirtfal
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
abismo, barranco, boqueirão, cima, escarpa, fundão, penhasco, precipício, salto
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
abis, prăpastie
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
útes
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бескид, вир, втратити, втратьте, втрачати, глибина, гойдати, гойдатися, губити, загубити, змарнувати, каміння, камінь, коливати, коливатися, колисати, колихати, колихатися, круча, марнувати, порода, провалля, пропасти, прірва, прірву, скеля, стрімчак
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
przepaść, urwisko

Σχετικές λέξεις

γκρεμός ονειροκρίτης, γκρεμός στίχοι, γκρεμός όνειρο, γκρεμός χατζιδάκις, γκρεμός ανδρεάτος, γκρεμός in english, γκρεμός στα αγγλικά, γκρεμός συνώνυμα, γκρεμός μετάφραση αγγλικά, δημοσιονομικός γκρεμός