lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άνετος στα δανική

Λέξη:
άνετος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (15):
behagelig, bekvem, enkel, enkelt, fri, gren, hyggelig, komfortabel, ledig, let, lette, nem, simpel, utvungen, vid
Σχετικές λέξεις:
δανική άνετος, είμαι άνετος, άνετος συνώνυμα, άνετος στα αγγλικά, άνετος στα δανική, behagelig στα ελληνικά
άνετος στα δανική