lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναταραχή στα δανική

Λέξη:
αναταραχή (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
affekt, rørelse, uro, alarm, bevægelse, røre
Σχετικές λέξεις:
δανική αναταραχή, αναταραχή φύλου, αναταραχή συνώνυμο, αναταραχή στις τράπεζες – καταθέτες τραβάνε χρήματα, αναταραχή αγγλικά, αναταραχή στα δανική, affekt στα ελληνικά
αναταραχή στα δανική