lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανόητος στα δανική

Λέξη:
ανόητος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (9):
absurd, dum, fåret, latterlig, meningsløs, tåbelig, tungnem, urimelig, vanvittig
Σχετικές λέξεις:
δανική ανόητος, παλαιό ανόητος, ανόητος συνώνυμα, ανόητος στα αρχαία, ανόητος στα αγγλικά, ανόητος αγγλικά, ανόητος στα δανική, absurd στα ελληνικά
ανόητος στα δανική